Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2006

ΜΙΑ ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ ΓΙΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ


Στην ανατολή, του δευτέρου μισού της δεκαετίας, ηρθε επιτέλους η ώρα, για μια ανάταση, για μια νέα οργασμικη περίοδο, σε όλες τις τέχνες. Αυτό το «κάτι» που ψάχνουμε σε όλη την μεταπολίτευση, που θα αναγεννήσει την δημιουργία, μπορεί να ξεκίνησε από τους αβαντ-γαρντ κύκλους αλλα τελικά ηρθε στην επιφάνεια:

Υπουργός Πολιτισμού : Βουλγαρακης

Ο τραμπουκισμός της (φ)ΟΝΝΕΔ της δεκαετίας του ’80, δεν ήταν παρά μονό μια πλευρά της προσωπικότητας του. Τώρα ας ετοιμαστούμε να δούμε και την άλλη.
Θα πει βεβαία ο καχυπτοτος, γιατί δηλαδή οι τέχνες στην χωρά μας πρέπει να είναι κρατικών υπόθεση, και να καθορίζετε από το Υπουργείο το αν θα προχωρήσουν. Γιατί πολύ απλά, τα «καλλιτεχνικά» οικονομικά, έχουν μονό τους εξής τρόπους, για να βγαίνουν : 1) κρατική χρηματοδότηση 2) διάφοροι που βρίσκουν τις επενδύσεις στην καλλιτεχνική δημιουργία, ως τρόπο για το «ξέπλυμα» χρήματος. 3) οι «πραγματικές» επενδύσεις, που θα φέρουν στους χρηματοδότες εγγυημένη κερδοφορία, οπότε αυτό αφορά μόνον τους ήδη επιτυχημένους καλλιτέχνες.
Και πραγματικά όλες οι μορφές τέχνης δεν είναι «οικονομικά» το ίδιο. Αν είσαι ζωγράφος χρειάζεσαι κάποια υλικά μερικών εκατοντάδων ευρώ για να φτιάξεις έναν πίνακα. Αν είσαι ροκ συγκρότημα χρίζεσαι μερικές χιλιάδες ευρώ για να βρεις εξοπλισμό, και να ηχογραφήσεις ένα cd. Αν όμως είσαι σκηνοθέτης, χρειάζονται δεκάδες χιλιάδες ευρώ για να γυρίσεις την ταινία σου.
Έτσι αν τουλάχιστον σε κάποιες μορφές, γίνετε να «χρηματοδοτεί» κάποιος από την τσέπη του το «ψώνιο» του, σε κάποιες άλλες είναι ανέφικτο. Για αυτό είναι κρίσιμες οι πολιτικές του κράτους, για το πώς θα διαθέσει τον προϋπολογισμό του το Υπουργείο Πολιτισμού, έτσι ώστε να βγουν στην επιφάνεια καινούργια ταλέντα, φρέσκα γράμματα, και να έρθει στην επιφάνεια, μια υποβόσκουσα πολιτιστική ανάταση.
Για να δούμε.

Rainboy

Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2006

Bossa ‘n Stones



Με την εξέλιξη της τεχνολογίας και της γραφιστικής, οι μουσόφιλοι έχασαν ένα βασικό κριτήριο στην διερεύνηση, αγνώστων σε αυτούς τομέων της μουσικής. Κάποτε αν έβλεπες μια συλλογή που «φαινόταν προσεγμένη» στιλιστικά, τότε ήσουν σχεδόν σίγουρος ότι θα ήταν καλή, ενώ αν φαινόταν πρόχειρη, αρκετές φορές ήταν και μουσικά πρόχειρη (όχι ότι δεν ανακαλύψαμε και διαμάντια σε τέτοιες παραγωγές)
Σήμερα όμως, με ένα απλό πρόγραμμα στο PC, μπορείς να κανείς μια εντυπωσιακή παραγωγή, που να παραμένει πρόχειρη. Έτσι την πάτησα και εγώ που μου φάνηκε ενδιαφέρουσα η ιδέα των βραζιλιάνικων διασκευών, σε τραγούδια των Stones, και «τα έσκασα» για να το αποκτήσω, αφού φαινόταν και προσεγμένο.
Το δισκάκι είναι πραγματικά σαν να ακούς Γιαπωνέζους, να τραγουδούν karaoke, τραγούδια των stones, με πειρατικό cd που πήραν από βραζιλιανό πλανόδιο.
Πραγματικά τριβείς τα αυτιά σου. Οι τραγουδιστές τραγουδούν με τον όποιο επίπεδο τρόπο, σαν να μην ξερόυν αγγλικά, και απλά να λένε ότι τους έχουν γράψει, χωρίς να ξερόυν τι είναι αυτό. Η μουσική, πολλές φορές είναι, οριακά , σαν να ακούς παιδικό casio αρμόνιο από την λαϊκή, και γενικά είναι τοσο τραγικη που δεν μπορεις ουτε να γελασεις όπως στα Satisfaction, let’s spend the night together , angie, start me up.
Σχετικα αξιοπρεπή είναι η διασκευή του Fool to Cry από Scubba feat. Moanna και του Harlem Shuffle από Marvin meets Banda de Sul , που όχι μονο δεν είναι αντιαισθητικές, αλλα αντιθέτως με την δεύτερη ακρόαση αρχίζουν να γίνονται ενδιαφεροντες.

ΕΠΙΜΥΘΙΟ: Οι φανατικοί των Stones, ας μην μάθουν ποτε ότι κυκλοφόρησε αυτή η συλλογή. Οι λάτρεις, των λατιν, και ειδικά των βραζιλιάνικων ρυθμών, ας ξοδέψουν τα λεφτά τους σε άλλες κυκλοφορίες.


Rainboy

Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2006

Κρυμμένος (Caché)


Κάποιος σε παρακολουθεί.
Σε τρομοκρατεί.
Ποιος είναι;
Φαντάσματα από το παρελθόν;
Ή μήπως και από το παρόν;

Στην καινούργια ταινία του Michel Haneke, οφείλω να ομολογήσω ότι η υπόθεση με ιντριγκαρε, ώστε να φτάσω έως το ταμείο του σινεμα. Γενικά βρίσκω πολύ ενδιαφέρον ότι έχει αρχίσει ο ευρωπαϊκός κινηματογράφος να ασχολειται με τέτοια, ας πούμε «μεταμοντέρνα» θέματα. Μπορεί ως το πρόσφατο παρελθόν, να ήταν το γήπεδο τέως μεγάλων εταιριών, πραγματικά όμως μπορούν χωρίς «εξωφρενικά» εφε να γυριστούν ταινίες που να καταπιάνονται με τα προβλήματα που δημιουργεί η σύγχρονη τεχνολογία.
Βεβαία η ταινία του Χανεκε, δεν ήταν ακριβώς αυτό. Ουσιαστικά , βλέπουμε την διαταραχή της «αστικής» γαληνής, μέσα από την παρακολούθηση. Πριν λίγους μήνες είδαμε το «οι μέρες της αφθονίας είναι μετρημένες», μια ταινία που αυτή η διαταραχή γινόταν αυτοσκοπός, μιας παρέας, που την προκαλούσε επειδή την είχε «θεωρητικοποιήσει». Εδώ έχουμε να κάνουμε με την αντίστροφη εκδοχή. Πως βιώνετε αυτοί οι διαταραχή από τα …. «θύματα». Αλλά στην πραγματικότητα (αν μπορούμε να τους ορίσουμε με σαφήνεια), οι οροί αντιστρέφονται, και πρωταγωνιστής με την καταπατημένη πρωσική ζωή, εμφανίζετε ως ο πραγματικός θύτης. Όχι εν γνώσει του, αλλα από τις ίδιες τις δικές του πράξεις, με τις οποίες «άνοιξε ο ασκός του Αιόλου». Μια αλυσίδα γεγονότων, που ξεκινώντας στα παιδικά του χρονια, φτάνουν, δεκαετίες αργότερα, να του δημιουργούν αδιέξοδα. Βεβαία πολλές καταστάσεις μπορεί να φαντάζουν «υπερβολικές», αλλα ξεδιπλώνετε με ενδιαφέρον τρόπο, οι χαρακτήρες, που ως ένα βαθμό, τις «δικαιολογούν». Βεβαία ο «παλιομοδίτικος» τρόπος, με τον οποίο αναδύεται η μοίρα μέσα στην ζωή των ανθρώπων, το πως εμφανίζονται οι αξεπέραστοι τοίχοι που αυτή δημιουργεί, και έλλειψη ανθρωπίνων δυνάμεων που να μπουν να τους σπανέ, ή έστω η εμφάνιση «από μηχανής θεών», δίνει μια τεραστία αίσθηση σαδισμού. Σαδισμού όχι μονό για τους εγκλωβισμένους πρωταγωνιστές, αλλα και για τους θεατές της ταινίας οι οποίοι ειδικά στο «μεγαλειώδες» φινάλε, στο οποίο απορούν αν τους ξεγέλασαν, και μετα τους τίτλους τέλους θα συνεχιστεί η ταινία. Κάτι τέτοιες στιγμές απορείς. Μα βραβείο σκηνοθεσίας στις Κάνες το 2005;

rainboy

Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2006

WILSON PICKET R.I.P.


Πριν από λίγες μέρες (19/1/2004) έφυγε από κοντά μας, ένας μεγάλος της soul o Wilson Picket, σε ηλικία 64 χρονών από καρδιακό επεισόδιο.
Ο Wilson, έγινε γνωστός στα μέσα της δεκαετίας του ’60, όταν η Atlantic, έψαχνε να βρει έναν μαύρο soul-showman, για να ανταγωνιστεί τον James Brown. Αλλά η ενασχόληση του με την μουσική είχε αρχίσει μια δεκαετία νωρίτερα, όταν άφησε την μάνα του και τα 10 μεγαλύτερα αδέλφια του στην Alabama, και πήγε να ζήσει με τον πατερά του στο Detroit. Εκεί βρέθηκε σε gospel χορωδίες, μέσα από τις οποίες γνώρισε πολλούς σπουδαίους μουσικούς, όπως ο Sam Cooke και η Aretha Franklin.Εκείνα τα χρονια όμως ήταν δύσκολα, και σύντομα αναγκαστήκαν να σταματήσουν να τραγουδούν θρησκευτική μουσική, και ο μικρός τους ακολούθησε. Κάπου στα τέλη της δεκαετίας του ’50, βρέθηκε λοιπόν σε ένα φωνητικό σχήμα (The Falcons) το οποίο εξερευνούσε διαδρομές ανάμεσα στην pop και το gospel, ανοίγοντας μονοπάτια για αυτό που αργότερα ονομάστηκε soul. Λίγα χρονια αργότερα, άρχισε να κάνει τις πρώτες solo απόπειρες του, που ηχογραφηθήκαν στην Double L Records (του Lloyd Price). Τότε έφτιαξε ένα demo, που έστειλε στην Atlantic, με το τραγούδι I'm Gonna Cry. Στην εταιρία τους άρεσε τόσο, που το δώσανε , στο τότε αστέρα τους Solomon Burke, ο οποίος το έκανε επιτυχία. Τότε ο Wilson απογοητεύτηκε πολύ, αλλα τελικά η Atlantic , έκανε την μετεγγραφή, το 1964, όταν έκανε την πρώτη του solo επιτυχία It's Too Late.
Εκεί λοιπόν ηχογράφησε την πρώτη του μεγάλη επιτυχία, In the Midnight Hour. Από κει αρχίζει η απογείωση, για την μεγάλη τριετία στην οποία ηχογραφεί μερικά από τα πιο κλασσικά soul κομμάτια 634-5789, Land of 1000 dances (πιθανώς η καλύτερη εκτέλεση) , Mustang Sally, Everybody Needs Somebody to Love, Funky Broadway αλλα και μια αρκετά επιτυχημένη εκτέλεση του Hey Jude.
Στην δεκαετία του ’70 αλλα γράμματα βρεθήκαν στην μόδα, και οι περισσότεροι soul καλλιτέχνες της γενιάς του άρχισαν να ηχογραφούν μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Ο Wilson άρχισε να έχει διαφορά προβλήματα στην ζωή του, και αρκετά μπλεξίματα από τα τέλη της δεκαετίας του ’80, με αρκετά δικαστήρια , και ένα πέρασμα από τα «κάγκελα» στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Μετά την αποφυλάκιση του, ηχογράφησε το It's Harder Now με σχετική επιτυχία. Από τότε μέχρι το 2004, που άρχισε να έχει προβλήματα με την υγειά του, έδινε ασταμάτητα συναυλίες.
Σαν επιμύθιο να τονίσουμε ότι το 1991, έγινε μέλος του Rock ‘N’ Roll Hall of Fame , και ότι τραγούδια του έχουν διασκευάσει οι Led Zeppelin, Van Halen, The Rolling Stones, Aerosmith, the Grateful Dead, Booker T, Genesis, Creedence Clearwater Revival, Echo & the Bunnymen, Roxy Music, Bruce Springsteen, Los Lobos, The jam.

Ας ξανακούσουμε άλλη μια φορά της μεγάλες του επιτυχίες, και στο επόμενο παρτυ όταν θα χορεύουμε το land of 1000 dances, θα ξέρουμε κάτι παραπάνω.

ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ
Albums

In the Midnight Hour (1965, Atlantic) US: #107
The Exciting Wilson Pickett (1966) US: #21
The Best of Wilson Pickett (1967) US: #35
The Wicked Pickett (1967) US: #42
The Sound of Wilson Pickett (1967) US: #54
I'm In Love (1967) US: #70
The Midnight Mover (1968) US: #91
Hey Jude (1968) US: #97
Wilson Pickett in Philadelphia (1970) US: #64
Right On (1970) US: #197
The Best of Wilson Pickett, Vol. II (1971) US: #73
Don't Knock My Love (1972) US: #132
Mr. Magic Man (1973) US: #187
Wilson Pickett's Greatest Hits (1973) US: #178
Pickett in the Pocket (1974)
I Want You (1980)
American Soul Man (1987)
A Man and a Half: The Best of Wilson Pickett (1992)
It's Harder Now (1999)

Singles

"If You Need Me" (1962, Double L) R&B: #30 US: #64
"It's Too Late" (1963)
"I'm Done to My Last Heartbreak" (1963)
"My Heart Belongs to You" (1963, Verve)
"I'm Gonna Cry" (1964, Atlantic)
"Come Home Baby" (1964)
"In the Midnight Hour" (1965) R&B: #1 US: #21 UK: #12
"Don't Fight It" (1965) R&B: #4 US: #53 UK: #29
"634-5789" (1966) R&B: #1 US: #13 UK: #36
"Ninety Nine and a Half" (1966) R&B: #13 US: #53
"Land of 1000 Dances" (1966) R&B: #1 US: #6 UK: #22
"Mustang Sally" (1966) R&B: #6 US: #23 UK: #28
"Everybody Needs Somebody to Love" (1967) R&B: #19 US: #29
"I Found a Love Pt. 1" (1967) R&B: #6 US: #32
"You Can't Stand Alone" (1967) R&B: #26 US: #70
"Funky Broadway" (1967) R&B: #1 US: #8
"I'm in Love" (1967) R&B: #4 US: #45
"Soul Dance Number Three" (1967) R&B: #10 US: #55
"I'm a Midnight Mover" (1968) R&B: #6 US: #24 UK: #38
"I've Come a Long Way" (1968) R&B: #46
"She's Looking Good" (1968) R&B: #7 US: #15
"I Found a True Love" (1968) R&B: #11 US: #42
"Jealous Love" (1968) R&B: #18 US: #50
"A Man and a Half" (1968) R&B: #20 US: #42
"Hey Jude" (1968) R&B: #13 US: #23 UK: #16
"Mini-skirt Minnie" (1969) R&B: #19 US: #50
"Born to Be Wild" (1969) R&B: #41 US: #64
"Hey Joe" (1969) R&B: #29 US: #59
"You Keep Me Hangin' On" (1969) US: #92
"Engine Number 9" (1970) R&B: #3 US: #14
"Sugar, Sugar" (1970) US: #25
"She Said Yes" (1970) R&B: #20 US: #68
"Cole, Cooke, and Redding" (1970) R&B: #11 US: #91
"Don't Knock My Love - Pt. 1" (1971) R&B: #1 US: #13
"Don't Let the Green Grass Fool You" (1971) R&B: #2 US: #17
"Call My Name, I'll Be There" (1971) R&B: #10 US: #5
"Fire and Water" (1972) R&B: #2 US: #24
"Funk Factory" (1972) R&B: #11 US: #58
"Mr. Magic Man" (1973) R&B: #16 US: #98
"Take a Closer Look at the Woman You're With" (1973) R&B: #17 US: #90
"International Playboy" (1973) R&B: #30
"Soft Soul Boogie Woogie" (1974) R&B: #20
"Take Your Pleasure Where You Find It" (1974) R&B: #68
"I Want You" (1979) R&B: #41
"Live With Me" (1980) R&B: #95
"Don't Turn Away" (1987) R&B: #74

Rainboy

Σάββατο 4 Φεβρουαρίου 2006

Ali Farka Toure (red & green)


Στην χωρά μας είναι πιο γνωστός ο Γιαγια Τουρε. Προφανώς δεν υπάρχει συγγένεια μεταξύ τους, καθώς ο Γιαγια είναι από την Ακτή Ελεφαντοστού, ενώ ο Αλί από το Μαλί. Βεβαία πίσω στην Αφρική ο Αλί είναι πολύ πιο γνωστός, ειδικότερα ως ο “Aφρικανός John Lee Hooker”.
Έτσι κινήθηκε το ενδιαφέρον να ψάξω την δισκογραφία του (όχι για την συνωνυμία, για το παρατσούκλι)., και έπεσα πάνω σε αυτή την αρκετή προσεγμένη επανέκδοση των δυο πρώτων δίσκων του. Στην επανέκδοση αναφέρονται ως red και green, αλλα η αλήθεια είναι διαφορετική. Ο Ali κυκλοφόρησε τον πρώτο του δίσκο, με το όνομα του μονό, πίσω στην πατρίδα του το 1976 (red). Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 τον ανακάλυψε ο Andy Kershaw, και άρχισε να τον παίζει στην εκπομπή του. Τότε το κοινό, άρχισε να «σπάει» τα τηλεφωνά ψάχνοντας για πληροφορίες για αυτό τον πρωτόγνωρο ήχο. Σύντομα τον «κουβάλησαν» στην Αγγλία, και ηχογράφησε τον δεύτερο δίσκο, που κυκλοφόρησε κανονικά πια στην Ευρώπη, και επίσης είχε μονό το όνομα του (green). Στην συνεχεία ηχογράφησε 6 ακόμα δίσκους, στους οποίους πειραματίστηκε έντονα,. Σε κάποιους «εξηλεκτριστικε» αρκετά και έγινε αρκετά πιο bluesy, σε άλλους γύρισε ακόμα πιο βαθειά στην αφρικανική παράδοση.
Στους δυο αυτούς δίσκους ο Ali, παίζει κιθάρα και τραγουδάει, ενώ το μονό άλλο όργανο είναι το calabash. O ήχος είναι αρκετά ακατέργαστος, αλλα αυτό είναι που το περιτυλίγει με μια μαγεία. Είναι πραγματικά ιδανική μουσική, για να απολαμβάνεις τις ώρες γύρω από το σούρουπο, σε φάση θερινής ραστώνης. Τότε αισθάνεσαι γύρω σου μια μοναδική ατμόσφαιρα, περιμένεις ένα λιοντάρι να πηδήξει από το διπλανό δέντρο, ενώ οι ιθαγενείς στο κοντινό χωριό ανάβουν φωτιά, διπλά στις καλύβες τους, και ο ήλιος λούζει το τοπίο με ένα υπέροχο πορφυροκοκκινο χρώμα. Τραγούδια που πραγματικά σε ταξιδεύουν σε άλλους τόπους και άλλες καταστάσεις. Μια πραγματική αποκάλυψη για μας που έχουμε μεγαλώσει με τελείως διαφορετικούς ήχους.
Πριν λίγο ανακάλυψα ότι κυκλοφόρησε καινούργιο δίσκο μες το 2005 (IN THE HEART OF THE MOON) με εν γένει καλές κριτικές οπότε θα ψάξω να τον ακούσω και θα επανέλθω με περισσότερα.